αττικό

αττικό
το (AM ἀττικόν)
ψηλό στηθαίο αψίδων και κτηρίων (συνήθως με ανάγλυφες παραστάσεις ή επιγραφές) που χρησιμοποιήθηκε ήδη από τους ελληνιστικούς χρόνους τόσο ως προστασία της στέγης όσο και ως διακοσμητικό στοιχείο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Афинский метрополитен — Эту страницу предлагается объединить с Аттико Метро. Пояснение причин и обсуждение на странице Википедия:К объединению/6 апреля 2012. Обсуждение длится одну неделю (или дольше, если оно ид …   Википедия

  • Аттико Метро — Эту страницу предлагается объединить с Афинский метрополитен. Пояснение причин и обсуждение на странице Википедия:К объединению/6 апреля 2012 …   Википедия

  • Список станций Афинского метрополитена — Это список станций Афинского метрополитена системы линий метрополитена в г. Афины (Греция). Содержание 1 Линии и станции Η.Σ.Α.Π. 1.1 Линия 1 …   Википедия

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • Athens Metro — Infobox Public transit name = Athens Metro Αττικό Μετρό imagesize = 300px locale = Athens transit type = Rapid transit began operation = 1869 (green line) 2000 (red and blue lines) ended operation = system length = km to… …   Wikipedia

  • Metro d'Athenes — Métro d Athènes Métro d’Athènes Situation Athènes Type …   Wikipédia en Français

  • Métro d'Athènes — Métro d’Athènes Situation Athènes Type Métro Entrée en service 1869 (ligne verte) 2000 (lignes rouge et bleue) Longueur du réseau …   Wikipédia en Français

  • αττικός — I Όνομα ιστορικών προσώπων, Ελλήνων και Ρωμαίων, στους ρωμαϊκούς χρόνους. 1. Ηρώδης (βλ. λ. Ηρώδης ο Αττικός). 2. Τίτος Πομπώνιος Α. (Ρώμη 109 32 π.Χ.). Καταγόταν από οικογένεια που καταγόταν απο τον βασιλιά της αρχαίας Ρώμης Νουμά Πομπίλιον.… …   Dictionary of Greek

  • κεραμεικός — Αρχαίος δήμος της Αθήνας. Βρισκόταν στα βορειοδυτικά κράσπεδα της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης …   Dictionary of Greek

  • τάλαντο — Μονάδα βάρους. Αρχικά σήμαινε ζυγαριά, έπειτα όμως και οτιδήποτε ζυγίζεται, επομένως και μονάδα βάρους ή ορισμένο χρηματικό ποσόν, που ήταν διαφορετικό κατά τόπους. Είναι αδύνατο να καθοριστεί το βάρος του ομηρικού τ. Ο Ηρόδοτος αναφέρει δύο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”